quadrilheiro - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

quadrilheiro - translation to ρωσικά

Quadrilheiro

quadrilheiro m      

1) бандит; грабитель;
2) полицейский; сыщик

Ορισμός

quadrilheiro
adj (quadrilha+eiro) Próprio de quadrilha ou de salteador
sm
1 Membro de uma quadrilha de ladrões.
2 Soldado de quadrilha, figurante em cavalhada.
3 Vigia da circunscrição territorial chamada quadrilha; rondante.
4 Encarregado da partilha dos despojos de guerra.
5 pej Beleguim, esbirro.
6 Reg (Sul) Animal que faz parte da quadrilha.

Βικιπαίδεια

Quadrilheiros

Os quadrilheiros eram os agentes de polícia responsáveis pela segurança pública urbana em cada concelho de Portugal, desde a Idade Média até ao início do século XIX. Tinham como missão principal a de prender os malfeitores e entregá-los às autoridades judiciais. No Brasil, uma função análoga era conhecida como "(inspetor/oficial de) quarteirão".